Academic literature on the topic 'Συντήρηση'

Create a spot-on reference in APA, MLA, Chicago, Harvard, and other styles

Select a source type:

Consult the lists of relevant articles, books, theses, conference reports, and other scholarly sources on the topic 'Συντήρηση.'

Next to every source in the list of references, there is an 'Add to bibliography' button. Press on it, and we will generate automatically the bibliographic reference to the chosen work in the citation style you need: APA, MLA, Harvard, Chicago, Vancouver, etc.

You can also download the full text of the academic publication as pdf and read online its abstract whenever available in the metadata.

Journal articles on the topic "Συντήρηση"

1

Θεοφανοπούλου, Ολυμπία, and Μίνα Μωραΐτου. "Ένα ιρανικό αγγείο χου 13ου αι. μ.Χ.: μελέτη και συντήρηση." Μουσείο Μπενάκη 4 (August 10, 2018): 133. http://dx.doi.org/10.12681/benaki.18259.

Full text
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
2

ΠΑΪΣΙΔΟΥ, Μελίνα. "Η κτητορική παράσταση και η χρονολόγηση των εξωτερικών τοιχογραφιών του Αγίου Γεωργίου Ομορφοκκλησιάς." Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας 42 (July 6, 2011): 223. http://dx.doi.org/10.12681/dchae.382.

Full text
Abstract:
<p>Κατά τη συντήρηση του εντοίχιου διακόσμου του Αγίου Γεωργίου Ομορφοκκλησιάς το έτος 1998, αποκαλύφθηκε η κτητορική παράσταση στο βόρειο προστώο του ναού. Στο κέντρο απεικονίζεται ο Χριστός Παντοκράτωρ που ευλογεί στα αριστερά του μία όρθια γυναικεία μορφή ενώ η πάριση μορφή στα δεξιά του έχει καταστραφεί. Εικονογραφικά και τεχνοτροπικά γνωρίσματα σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη ιστορία της περιοχής τοποθετούν τη σύνθεση στα 1365-1385 και μαζί της επίσης τις εξωτερικές τοιχογραφίες της τότε μονής που ανακαινίστηκε από τους απεικονιζόμενους καστοριανούς δωρητές αυτής της φάσης.</p>
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
3

Φαρμακαλίδου, Ελένη Βερόνικα, Βασίλης Γκιώνης, and Γιώργος Χρυσικός. "Η εξέταση, ανάλυση και συντήρηση της εικόνας της Αποκαθηλώσεως από τη Συλλογή Ανδρεάδη." Μουσείο Μπενάκη 8, no. 8 (October 22, 2013): 117. http://dx.doi.org/10.12681/benaki.18.

Full text
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
4

ΑΓΡΕΒΗ, Μαρία. "Η Κυρία η Καρδιοβαστάζουσα. Νέα κρητική εικόνα της ένθρονης βρεφοκρατούσας Παναγίας." Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας 51 (March 10, 2014): 241. http://dx.doi.org/10.12681/dchae.1249.

Full text
Abstract:
<p>Θέμα του άρθρου αποτελεί η δεσποτική εικόνα της ένθρονης βρεφοκρατούσας Παναγίας με την επωνυμία Ἡ Κυρία ἡ Καρδιοβαστάζουσα (διαστ. 97<span>×</span>63,5<span>×</span>2 εκ.) από το ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου στον οικισμό της Καλλονής (Πέρπενης) στον Πάρνωνα, που φυλάσσεται, μετά από τη συντήρησή της, στο Εργαστήριο Συντήρησης στον Μυστρά. Η παράσταση συνδέεται με γνωστά έργα της Κρητικής Σχολής και χρονολογείται στις αρχές του 16ου αιώνα.</p>
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
5

ΚΑΦΑΝΤΑΡΗ-ΜΠΡΟΥΜΗ, Μυρτώ. "Κρητική εικόνα με την παράσταση της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων της Βενετίας. Τεχνολογικές παρατηρήσεις - Συντήρηση." Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας 36 (January 11, 1995): 115. http://dx.doi.org/10.12681/dchae.1148.

Full text
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
6

Vlizos, Stavros. "Amykles Research Project: Excavation Works 2005-2010." Μουσείο Μπενάκη 1, no. 11-12 (December 1, 2012): 91. http://dx.doi.org/10.12681/benaki.17772.

Full text
Abstract:
Ο λόφος της Αγίας Κυριακής είχε διερευνηθεί ανασκαφικά σχεδόν στο σύνολό του κατά τις εργασίες των Χρ. Τσούντα, Ε. Fiechter και Ε. Buschor, το διάστημα 1890-1925, με αποτέλεσμα η στρωματογραφία στο μεγαλύτερο τμήμα του χώρου να είναι διαταραγμένη (ανάποδη). Στο πλαίσιο των εργασιών του νέου ερευνητικού προγράμματος κατά το διάστημα 2005-2010 αποκαλύφθηκαν κατασκευές που δεν αναφέρονται στις παλαιότερες δημοσιεύσεις, όπως: α) ο πρωιμότερος περίβολος (πρώτη μνημειακή φάση) και β) τα οικοδομήματα της ύστερης αρχαιότητας στο βόρειο τμήμα του ιερού (τελευταία μνημειακή φάση).Από τα σημαντικότερα αποτελέσματα των νέων ερευνών είναι η διαπίστωση ότι το σωζόμενο στην κορυφή του λόφου ερείπιο της κρηπίδας ανήκει πράγματι στον “Θρόνο” και ότι η θέση του μνημείου είναι πια βεβαιωμένη. Η αποκάλυψη καθαρού στρώματος κατά μήκος της ανατολικής πλευράς του περιβόλου επικυρώνει την παλαιότερη θεωρία πως η πρωιμότερη φάση χρήσης του λόφου ανάγεται στην Πρωτοελλαδική εποχή. Στην ίδια ανατολική πλευρά του λόφου αποκαλύφθηκε και η τεχνητά διαμορφωμένη επιφάνεια του φυσικού πορώδους πετρώματος όπου σχηματίζονται δύο άνδηρα.Από το περίπου 50% του ανεσκαμμένου σήμερα χώρου τα 2/3 των κινητών ευρημάτων είναι όστρακα γεωμετρικών χρόνων. Αποτυπώθηκαν όλα τα μνημεία και το μεγαλύτερο μέρος του αρχιτεκτονικού υλικού και συντηρήθηκε το σύνολο των μεταλλικών ευρημάτων και της κεραμικής στα εργαστήρια συντήρησης της Ε´ ΕΠΚΑ και του Μουσείου Μπενάκη αντίστοιχα.Για τις ανάγκες των άμεσων επεμβάσεων συντήρησης και στήριξης των μνημείων αλλά και του σχεδιασμού για ένα μελλοντικό αρχαιολογικό πάρκο, ο χώρος διευρύνθηκε προς τα ανατολικά μέσω της αγοράς αγρο-τεμαχίων συνολικής έκτασης 5 στρεμμάτων υπέρ του δημοσίου/ΥΠΠΟΑ. Τέλος, άρχισε η ψηφιοποίηση του υλικού το οποίο θα ενσωματωθεί σταδιακά στη νέα βάση δεδομένων, που θα αποτελέσει μια βασική μονάδα στην υπό διαμόρφωση εφαρμογή γεωγραφικών συστημάτων πληροφοριών (GIS). Στόχος είναι όλες αυτές οι πληροφορίες να είναι προσβάσιμες στο ερευνητικό κοινό μέσω της ιστοσελίδας του ερευνητικού προγράμματος.
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
7

KOCH, Guntram. "Einige Bemerkungen zur Kirche in Marmiro/Albanien." Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας 45 (July 6, 2011): 43. http://dx.doi.org/10.12681/dchae.468.

Full text
Abstract:
<!-- @page { margin: 0.79in } P { margin-bottom: 0.08in } --> <!-- @page { margin: 0.79in } P { margin-bottom: 0.08in } --> <p>Στο Μαρμίρο, κοντά στο(ν) Ωρικό, στο νότιο τμήμα του κόλπου της Αυλώνος στην Αλβανία, σώζεται ο μικρός ναός της Ζωοδόχου Πηγής, που ανήκει στον τύπο του ελεύθερου σταυρού. Σε μια σύντομη έκθεση εργασιών συντήρησης το μνημείο χρονολογείται στο 13ο αιώνα. Αλλά η τοιχοδομία, το μεγάλο και ψηλό τύμπανο του τρούλλου με τα μικρά παράθυρα, καθώς και άλλα χαρακτηριστικά, μαρτυρούν ότι η εκκλησία οικοδομήθηκε στην πρώιμη μεσοβυζαντινή περίοδο, στον 10ο δηλαδή αιώνα και ίσως στο πρώτο μισό του. Ο ναός της Κοιμήσεως στο Ζερβάτι φαίνεται ότι στην αρχική του φάση ανήκε και αυτός στον τύπο του ελεύθερου σταυρού (ίσως χρονολογείται επίσης στον 10ο αιώνα). Αργότερα έγιναν προσθήκες και ο τύπος του ναού άλλαξε. Οι τοιχογραφίες του χρονολογούνται στο έτος 1605.</p><p> </p>
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
8

ΣΥΘΙΑΚΑΚΗ-ΚΡΙΤΣΙΜΑΛΛΗ, Βασιλική. "Νεότερες παρατηρήσεις για το μαρμάρινο τέμπλο του Ταξιάρχη Λοκρίδας." Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας 45 (July 6, 2011): 125. http://dx.doi.org/10.12681/dchae.476.

Full text
Abstract:
<!-- @page { margin: 0.79in } P { margin-bottom: 0.08in } --> <p>Κατά τη διάρκεια των εργασιών συντήρησης των αρχιτεκτονικών μελών του τέμπλου του Ταξιάρχη της Άγναντης προέκυψαν νέα στοιχεία, τα οποία τροποποιούν τη χρονολόγηση και αποκατάσταση που είχε προτείνει ο Αν. Ορλάνδος. Τα μαρμάρινα μέλη μπορούν να διακριθούν σε δύο ομάδες, που διαφέρουν στο διάκοσμο, στην εκτέλεση και στην ύλη. Η ύπαρξη δύο κατασκευαστικών φάσεων τεκμηριώνεται από την παρουσία υποδοχών στήριξης ξύλινου επιστυλίου στην άνω επιφάνεια του επιστυλίου του κεντρικού τμήματος, το οποίο καταργήθηκε με την προσθήκη του κοσμήτη. Η τεχνική της εκτέλεσης και ο κλασικίζων διάκοσμος της πρώτης ομάδας οδηγεί στη χρονολόγηση της ανέγερσης του ναού και της κατασκευής του τέμπλου στο α΄ μισό του 12<sup>ου</sup> αι., ενώ ο ανατολίζων διάκοσμος και η επιπεδόγλυφη τεχνική των γλυπτών της δεύτερης φάσης μάς επιτρέπουν να προσδιορίσουμε την περίοδο της ανακατασκευής στα τέλη του 13<sup>ου</sup> ή στις αρχές του 14<sup>ου</sup> αι.</p> <p> </p>
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
9

Wilson, David E. "Knossos 1955–1957: Early Prepalatial Deposits from Platon's Tests in the Palace." Annual of the British School at Athens 105 (November 2010): 97–155. http://dx.doi.org/10.1017/s0068245400000381.

Full text
Abstract:
This article presents a selection of early Prepalatial pottery and a clay sealing found in tests made by Nikolaos Platon between 1955 and 1957 during a programme of conservation and restoration work in the palace. The pottery not only adds to the ceramic characterization of the Early Minoan I-Early Minoan IIB phases at Knossos, but also provides new information about the extent and scale of use of the early Prepalatial settlement. In addition, ceramic imports identified in the Early Minoan II deposits add to the growing evidence for inter-regional contacts both with the rest of Crete (including the Mesara and Gulf of Mirabello) and the Cyclades. The clay sealing, from an Early Minoan IIB context, is among the earliest yet found on Crete. Altogether these tests provide valuable new evidence for the early history of Prepalatial Knossos.Το άρθρο αυτό παρουσιάςει ένα μέρος της πρώιμης προανακτορικής κεραμεικής και ένα πήλινο σφράγισμα από τις δοκιμαστικές τομές του Νικόλαου Πλάτωνα μεταξύ 1955 και 1957 κατά τη διάρκεια ενός προγράμματος συντήρησης και αναστήλωσης στο ανάκτορο της Κνωσού. Το υλικό αυτό συμβάλλει στην περιγραφή των διακριτικών γνωρισμάτων της κεραμεικής από την Πρωτομινωική Ι έως και την Πρωτομινωικη ΙΙΒ φάση στην Κνωσό και δίνει νέες πληροφορίες αναφορικά με την έκταση και το βαθμό χρήσης του πρώιμου προανα-κτορικού οικισμού. Επιπλεον, η αναγνώριση εισηγμένης κεραμεικής στους αποθέτες της Πρωτομινωικής Π προσθέτει περαιτέρω στοιχεία για υπερ-τοπικές επαφές της Κνωσού τόσο με την υπόλοιπη Κρήτη (συμπερι-λαμβανομένης της Μεσαράς και του Κόλπου του Μιραμπέλλου) όσο και με τις Κυκλάδες. Το πήλινο σφράγισμα, από ένα Πρωτομινωνικό ΙΙΒ ανασκαφικό σύνολο, συγκαταλλέγεται ανάμεσα στα πρωιμότερα που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα στην Κρήτη. Συνολνκά αυτές οι δοκιμαστικές τομές παρέχουν πολύτιμα νέα στονχεία για την πρώιμη ιστορία της προανακτορικής Κνωσού.
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
10

ΚΑΛΑΦΑΤΗ, Καλλιόπη-Φαίδρα. "Αμφιπρόσωπη εικόνα του αγίου Ρόκκου στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο." Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας 42 (July 6, 2011): 309. http://dx.doi.org/10.12681/dchae.390.

Full text
Abstract:
<p><span lang="el-GR">Στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών φυλά</span><span lang="el-GR">σσεται αμφιπρόσωπη εικόνα διαστάσεων 55,5Χ35εκ., στην οποία παριστάνεται, και στις δύο όψεις της, ο Άγιος Ρόκκος. Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συντήρησής της στα εργαστήρια του Μουσείου, αποκαλύφθηκε στη μία από τις δύο πλευρές επιγραφή με το έτος 1743 κατά το οποίο ζωγραφίστηκε η παράσταση της συγκεκριμένης όψης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παράσταση του αγίου, ο οποίος απεικονίζεται σε διαφορετικό εικονογραφικό τύπο στις δύο όψεις της εικόνας. Τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά και των δύο παραστάσεων πιστοποιούν την ύπαρξη δύο ζωγράφων, που εργάστηκαν μάλιστα σε διαφορετικές περιόδους. Ο ζωγράφος στην πλευρά όπου υπάρχει η επιγραφή είναι νεότερος, πιο παραδοσιακός και εξοικειωμένος στην εκτέλεση έργων βυζαντινής τεχνοτροπίας με δυτική θεματολογία. Αντίθετα</span><span lang="en-US">, </span><span lang="el-GR">ο</span><span lang="en-US"> </span><span lang="el-GR">άλλος</span><span lang="en-US"> </span><span lang="el-GR">ζωγράφος</span><span lang="en-US"> </span><span lang="el-GR">ακολουθεί</span><span lang="en-US"> </span><span lang="el-GR">δυτικά</span><span lang="en-US"> </span><span lang="el-GR">πρότυπα</span><span lang="en-US">.</span></p>
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
More sources

Dissertations / Theses on the topic "Συντήρηση"

1

Σολωμός, Κωνσταντής. "Υποδείγματα επιχειρησιακής έρευνας στον προγραμματισμό συντήρησης αεροσκαφών και κάλυψης δρομολογίων." Thesis, 2010. http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/4267.

Full text
Abstract:
Παρουσιάζονται υπολογιστικά μοντέλα τα οποία κατά το παρελθόν έχουν αναλυθεί από διάφορους μελετητές και τα οποία σχετίζονται άμεσα με θέματα δρομολόγησης αεροσκαφών, προγραμματισμού συντηρήσεων αεροσκαφών, καθώς και με τον ημερήσιο και τον μακροχρόνιο προγραμματισμό εργασιών σε στόλο αεροσκαφών αεροπορικών εταιρειών. Στο τέλος της εργασίας γίνεται μια επιλογή ενός εκ των παρουσιασθέντων υπολογιστικών μοντέλων λαμβάνοντας υπόψη τα θετικά και τα αρνητικά σημεία καθ’ ενός από αυτά. Και βέβαια πάντα με σημείο αναφοράς το εξεταζόμενο θέμα, της δρομολόγησης και του προγραμματισμού συντηρήσεων των αεροσκαφών μιας αεροπορικής εταιρείας. Και στο τελευταίο κεφάλαιο, έχοντας επιλέξει και αιτιολογήσει την επιλογή του καταλληλότερου, για την περίπτωσή μας, υπολογιστικού μοντέλου προχωρούμε στην εφαρμογή του με την χρήση του γνωστού υπολογιστικού πακέτου Premium Solver.
Presented computational models that previously have been analyzed by scholars and directly related to issues of aircraft routing, scheduling, aircraft maintenance, and daily and long term planning work on fleet of aircraft carriers. At the end of the work it is selected one of the presented computational models taking into account the positive and negative points of it. And at the last chapter,there are presented the reasons why we did that selection of the model and finally we proceed in the implementation of it using Premium Solver Platform and MS Excel.
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
2

Κρητικού, Αναστασία. "Διερεύνηση των αιτιών διάβρωσης των λίθινων μνημείων του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας και προτάσεις για την αποκατάστασή τους." Thesis, 2012. http://hdl.handle.net/10889/5218.

Full text
Abstract:
Στην περιοχή της Ελευσίνας, στη Δυτική Αττική, υπάρχει το Ιερό της Δήμητρας στο οποίο τελούνταν για αιώνες τα Ελευσίνια Μυστήρια. Η ιστορία του Ιερού χρονολογείται ότι ξεκινά ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους, τουλάχιστον από τις αρχές της 2ης π.Χ. χιλιετηρίδας και τελειώνει τον 4ο αιώνα μ.Χ. Τα ερείπια του Ναού είδαν το φως σταδιακά μετά τις πρώτες ανασκαφές (1812). Από το 1875 και έπειτα, λόγω της θέσης της, η πόλη μετατράπηκε σε βιομηχανικό κέντρο με πολύ υψηλές τιμές ρύπανσης στο θαλάσσιο και το ατμοσφαιρικό περιβάλλον της περιοχής. Συγκεκριμένα, η ατμοσφαιρική ρύπανση αντανακλάται στα λίθινα στοιχεία του αρχαιολογικού χώρου. Σκοπός της εργασίας είναι να αναγνωρίσει και να καταγράψει τις μορφές διάβρωσης που επικρατούν στο χώρο και να τις συνδέσει με πιθανά αίτια που τις προκάλεσαν. Αρχικά, γίνεται πλήρης περιγραφή των 5 κύριων λιθοτύπων (3 ασβεστόλιθοι και 2 μάρμαρα) που χρησιμοποιήθηκαν στις διάφορες φάσεις ανέγερσης του Ιερού και των χώρων που το περιβάλλουν, μακροσκοπικά και με τη βοήθεια της οπτικής και ηλεκτρονικής μικροσκοπίας. Έτσι, προκύπτει ότι οι κυριότεροι ενδογενείς παράγοντες φθοράς των δομικών λίθων του Ιερού της Δήμητρος είναι το υψηλό πορώδες, η ορυκτολογική σύσταση και κυρίως η παρουσία αργιλικών ορυκτών. Στη συνέχεια, καταγράφονται μακροσκοπικά οι φθορές που έχουν υποστεί οι δομικοί λίθοι του μνημείου με κυριότερη τη δημιουργία τσιμεντιτικών κρουστών σε επίπεδες επιφάνειες. Σημαντικές είναι και οι διάφορες πάτινες βιολογικής και άλλης προέλευσης που αλλοιώνουν χρωματικά τα λίθινα στοιχεία καθώς και οι επιφάνειες με έντονα φαινόμενα κυψέλωσης και γυψοποίησης. Δε λείπουν περιπτώσεις εκλεκτικής διάβρωσης λόγω ορυκτολογικής ετερογένειας. Η μελέτη των διαβρωσιγενών μορφών που οφείλονται σε περιβαλλοντικούς παράγοντες συνεχίζεται μικροσκοπικά όπου παρατηρούνται αλλοιώσεις των επιφανειών βάσει της σύστασης, της μορφολογίας και της μικροδομής. Έτσι, εντοπίζονται αποθέσεις οργανικού υλικού, θραυσμάτων SiC και άλλων βιομηχανικών ρύπων με υψηλή περιεκτικότητα σε βαρέα μέταλλα, αποικίες βακτηρίων και άλλων μικροοργανισμών, πάτινες αργιλοπυριτικής σύστασης, σκληρές τσιμεντιτικές κρούστες, γύψος, οξειδωμένες σιδηρούχες φάσεις, μικροκαρστικά φαινόμενα και τέλος, φερτά αντικείμενα θαλάσσιας και ατμοσφαιρικής προέλευσης. Η ακτινογραφική μελέτη επιβεβαιώνει το φαινόμενο της γυψοποίησης σε σημεία των λίθων που δεν υπάρχει ελεύθερη ροή νερού και διαφοροποιεί τα δείγματα λάσπης ή σκόνης που προέρχονται από κοιλότητες πετρωμάτων που εγκλωβίζουν νερό και αυτά που ελήφθησαν από ωμές πλίνθους ως προς το κυρίαρχο ορυκτό που στην πρώτη περίπτωση είναι ο ασβεστίτης και ακολουθεί ο χαλαζίας, ενώ στη δεύτερη περίπτωση συμβαίνει το αντίστροφο. Η γνώση των λιθοτύπων και των διαβρωσιγενών μορφών αποτελούν κλειδιά για την επιλογή μεθόδων αποκατάστασης των φθορών που συναντώνται στο χώρο της μελέτης. Έτσι, προτείνονται μηχανικές μέθοδοι για σκληρές κρούστες, πάστες και κομπρέσες για αδιάλυτα και διαλυτά άλατα και βιοκτόνα για βιολογικές επικαθίσεις. Για ρωγμές με διάμετρο μικρότερη των 0,2mm απαιτούνται εργασίες στερέωσης και αδιαβροχοποίησης με οργανικά ή ανόργανα υλικά που εφαρμόζονται ανάλογα με το είδος του λίθου. Για μεγαλύτερα ανοίγματα τα κενά συμπληρώνονται με κονίαμα, ενώ τέλος η αισθητική αποκατάσταση περιλαμβάνει τη συγκόλληση τεμαχίων ή απωλεσθέντων κομματιών, ενίοτε με τη χρήση συνδέσμων.
In Eleusis, a town in western Attica, lies the site of the Demeter Sanctuary, the sacred temple where the Mysteries of Eleusis took place in the antiquity. The history of the Sanctuary starts in the beginning of the 2nd millennium B.C. and ends during the 4th century A.C. The first time that some of the ruins came into light was in 1812, the year when the excavations started. Since 1875 the town got industrialized because of its geographical position with very high levels of marine and atmospheric pollution. In particular, atmospheric pollution reflects on the weathered stones of the ruins. This work aims to recognize and record the weathering forms that exist in the Demeter Sanctuary and to connect them with possible causes that engendered them. Primarily, 5 lithotypes (3 limestones and 2 marbles) got described macroscopically and microscopically (optical and electronic microscopy). From that, one can conclude that high pororsity, mineralogical composition and mostly clay minerals are the main intrinsic factors that play an important role in stone weathering. Thereinafter, the weathering forms that are observed macroscopically on the stones of the monument are written down. The most important of those forms is the case of the cementitious crusts in horizontal surfaces. Also important are the different patinas of biological or other origin as well as surfaces with intense phenomena of alveolization and gypsum formation. Preferential deterioration attributed to mineralogical heterogeneity can’t be omitted. The research on the weathering forms is continued microscopically where one can observe alterations due to composition and due to morphology or microstrusture. Thus, we note depositions of organic matter, SiC and other industrial pollutants such as heavy metals, biological activity attributed to bacterial and other microorganisms colonies, patinas rich in Al and Si, hard cementitious crusts, gypsum, oxidized ferrous phases, microcarstic phenomena and specific objects imported from the nearby marine environment or the atmpsphere (shells or rounded particulate matter). The study of the X-ray diffraction results confirms the gypsum formation in places protected against rainfall, and also demarcates the samples that were collected from water enclaving stone cavities and those that were picked from raw plinths, as far as their mineralogical composition is concerned˙ in the first case calcite is the main mineral and quartz follows, while in the second case, quartz is in abundance and calcite happens in a smaller percentage. Recognizing the lithotypes and the weathering forms and combining them, constitutes the key to choose the conservation methods for the treatment of the decay patterns that are encountered in the ruins of the Demeter Sanctuary. Thus, mechanical and chemical methods can be proposed for the hard crusts, different pastes and compresses for soluble and isoluble salts and biocides for biological deposits. Ultimately, consolidation with organic or inorganic material and water repellents applying is proposed for application in cracks with diameter less than 0,2mm, always taking the lithotype into consideration. For larger gaps, the voids are supplemented with mortars.
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
3

Αμπατζόγλου, Χρύσανθος. "Εναπόθεση και διαβρωτική επίδραση αέριων ρύπων σε επιφάνειες πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα σε μουσεία." Thesis, 1999. http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/2042.

Full text
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
4

Γιαννακάκη, Μαρία. "Υλικά και τεχνολογία κατασκευής των παλαιοχριστιανικών ψηφιδωτών της Βασιλικής του Αγίου Λωτ στην Ιορδανία." Thesis, 2009. http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/2481.

Full text
Abstract:
Το πρόγραμμα συντήρησης του μοναστηριακού συγκροτήματος του Αγίου Λωτ περιελάμβανε in situ επεμβάσεις συντήρησης, σωστική αποκόλληση και επανατοποθέτηση ενός από τα έξι ψηφιδωτά δάπεδα που βρίσκονταν στην Βασιλική και την ανασκαφή ενός ψηφιδωτού που είχε καταρρεύσει και κατακερματιστεί σε εκατοντάδες θραύσματα στην κλιτύ του λόφου, όπου βρίσκεται η Μονή. Η αποκόλληση του πρώτου ψηφιδωτού δαπέδου και η επακόλουθη ανακάλυψη ενός πρωιμότερου ψηφιδωτού δαπέδου κάτω από αυτό, καθώς και η εύρεση ενός ακόμα σε θραύσματα μας έδωσε την ευκαιρία να παρατηρήσουμε και να καταγράψουμε επιμελώς τις τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή των ψηφιδωτών. Ο χαρακτηρισμός επιλεγμένων δειγμάτων κονιαμάτων μας επέτρεψε να προσδιορίσουμε τη σύστασή τους και να ταυτοποιήσουμε το είδος των αδρανών και των προσμίξεων που εμπεριέχει. Οι τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν για την ανάλυση των κονιαμάτων είναι οι: η Περιθλασιμετρία κόνεως ακτίνων-Χ (XRD), η Ηλεκτρονική Μικροσκοπία Σάρωσης (SEM- EDS), η Φασματοσκοπία Απορρόφησης Υπερύθρου (FTIR) και η Οπτική Μικροσκοπία (ΟΜ). Επιπλέον, η πετρογραφική ανάλυση των ψηφίδων, που έγιναν από συνεργάτες του έργου, μας έδωσαν πληροφορίες σχετικά με την προέλευση των πρώτων υλών που χρησιμοποιήθηκαν. Μετά από αναλύσεις και λεπτομερή παρατήρηση, λάβαμε πληροφορίες σχετικά με τις πρώτες ύλες, την προετοιμασία των κονιαμάτων, την στρωματογραφία του ψηφιδωτού δαπέδου, την μέθοδο εκτέλεσης των εργασιών κατασκευής, αλλά και τον τρόπο επεξεργασίας της επιφάνειας. Οι διαφορές που παρατηρούνται στην στρωματογραφία και τη σύσταση των κονιαμάτων, όπως και στις ψηφίδες σε ψηφιδωτά που δημιουργήθηκαν σε διαφορετική χρονική περίοδο συμβάλλουν στην αρχαιολογική μελέτη και κυρίως στην κατανόηση της αρχιτεκτονικής ενότητας και μετατροπών που υπέστη κατά την διάρκεια της χρήσης του χώρου.
The conservation project at the monastic complex of Saint Lot involved the rescue lifting of one of the six mosaics which paved the basilica as well as the excavation of a second one that was found in hundreds of fragments fallen on the slope. The lifting of the first mosaic and the consequent discovery of fragments of an earlier mosaic floor underneath it, as well as the fragmentary state of the second mosaic gave us the opportunity to observe and record thoroughly the techniques employed in the construction of these mosaics. Characterization of selected mortar samples allowed the determination of their composition, identification of the aggregate and its additives. X-Ray Diffraction, Fourier transform infrared spectroscopy, Optical Microscopy and Scanning Electron Microscopy with EDS were the main techniques employed. Mineralogical analyses of tesserae samples, that was employed from other partners of the project, provided information about the provenance of the raw materials that were used. Through detailed observation and analysis, significant information on the raw material selection, preparation of mortars, bedding stratigraphy, method of execution, as well as aspects of tesserae cutting and surface finishing techniques were documented. The variation in the bedding stratigraphy, the composition of the mortars as well as the petrography of the tesserae between mosaics that were executed in different periods contribute in the study of the archaeological context and especially in understanding the succession of the renovation and modification phases of the building.
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
5

Πετράκος, Κωνσταντίνος. "Διάγνωση και διατύπωση προτάσεων για την αποκατάσταση του ιερού ναού του Αγίου Δημητρίου στην Θωκνία Μεγαλόπολης." Thesis, 2011. http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/4526.

Full text
Abstract:
Αντικείμενο της διπλωματικής εργασίας που ακολουθεί είναι η διάγνωση των προβλημάτων και η διατύπωση προτάσεων για τη συντήρηση και αποκατάσταση του Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου που βρίσκεται στο χωριό Θωκνία, του δήμου Μεγαλόπολης, του νομού Αρκαδίας με σκοπό τη συνδρομή μιας ακόμα έρευνας για την μελέτη της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Για τις ανάγκες της διπλωματικής εργασίας έγινε πλήρης αποτύπωση του μνημείου και του αμέσου περιβάλλοντος χώρου του.
--
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
6

Παναγοπούλου, Μαίρη. "Σύστημα οικονομικής και περιβαλλοντικής διαχείρισης οδοστρωμάτων με χρήση γενετικών αλγορίθμων." Thesis, 2011. http://hdl.handle.net/10889/5438.

Full text
Abstract:
Τα τελευταία χρόνια στις περισσότερες χώρες έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή οδικών δικτύων και το ενδιαφέρον των φορέων οδοποιίας έχει στραφεί στη διαχείριση των υφιστάμενων οδικών κατασκευών. Το κυριότερο τμήμα της Διαχείρισης Οδικών Δικτύων καταλαμβάνει η Διαχείριση Οδοστρωμάτων. Τα Συστήματα Διαχείρισης Οδοστρωμάτων έχουν ως στόχο την οικονομική διαχείριση των οδοστρωμάτων και χρησιμοποιούν τεχνητή νοημοσύνη για να καταλήξουν στη βέλτιστη και οικονομικά αποδοτικότερη κατανομή των διαθέσιμων πόρων. Το ευφυές σύστημα που διαθέτουν καταφέρνει να εντοπίζει τη βέλτιστη λύση που ελαχιστοποιεί το κόστος συντήρησης αλλά δεν λαμβάνουν υπόψη τους το αντίκτυπο της επιδείνωσης της κατάστασης του οδοστρώματος στο χρήστη και στο περιβάλλον. Στην παρούσα εργασία χρησιμοποιείται ένας γενετικός αλγόριθμος και αναζητείται η βέλτιστη λύση που ελαχιστοποιεί το γενικευμένο κόστος, το οποίο περιλαμβάνει το κόστος συντήρησης, το κόστος του χρήστη εξαιτίας της κατάστασης του οδοστρώματος και το περιβαλλοντικό κόστος. Τα δεδομένα του προβλήματος αφορούν την κατάσταση των τμημάτων που πρόκειται να συντηρηθούν, το είδος της οδού στο οποίο ανήκουν τα τμήματα οδοστρώματος, τα στοιχεία φθορών κάθε τμήματος, τα διαθέσιμα είδη συντήρησης, το ύψος της χρηματοδότησης και τα κυκλοφοριακά χαρακτηριστικά της περιοχής στην οποία βρίσκονται τα υπό συντήρηση τμήματα. Ο αλγόριθμος κατασκευάζει γονίδια επιλέγοντας είδος συντήρησης για κάθε τμήμα και για κάθε χρόνο συμπεριλαμβανομένης και της επιλογής να μην γίνει καμία συντήρηση σε κάποιο χρόνο. Τα γονίδια ελέγχονται με βάση περιορισμούς που έχουν τεθεί από τα μοντέλα φθορών κάθε τμήματος και επιλέγονται να μεταφερθούν στην επόμενη γενιά αυτά που συνδυάζουν το ελάχιστο κόστος και το μέγιστο επίπεδο λειτουργικότητας στο οδόστρωμα. Η διαφορά του μοντέλου σε σχέση με τα κοινά συστήματα διαχείρισης οδοστρωμάτων έγκειται περισσότερο στις υπολογιστικές απαιτήσεις του συστήματος καθώς η εφαρμογή γενετικού αλγορίθμου οδηγεί γρηγορότερα σε λύση από ότι οι κλασικές μέθοδοι βελτιστοποίησης όπως π.χ. ο γραμμικός προγραμματισμός. Η καταλληλότητα και η ευκολία προσαρμογής των γενετικών αλγορίθμων σε προβλήματα διαχείρισης οδοστρωμάτων επαληθεύεται στην παρούσα εργασία. Το σύστημα καταφέρνει να εντοπίζει το βέλτιστο χρόνο με την οικονομικότερη συντήρηση του κάθε τμήματος του οδικού δικτύου και την πιο φιλική λύση για το χρήστη της οδού και το περιβάλλον.
In recent years the focus of the transportation authorities, researchers and practitioners is being shifted from the construction of new roads to the management of existing road structures and especially to road pavements. Pavement Management Systems are widely used and are continuously being improved because they can lead to considerable fund savings and/or to higher levels of service of road pavements. In this work, a model for pavement maintenance and rehabilitation planning and optimal resource allocation is presented. The objective function aims at minimizing a generalized cost parameter which includes a number of monetary cost components and no monetary impacts. In particular, the objective function consists of the following components: (1) agency cost (the cost of applying the selected maintenance and rehabilitation strategy), (2) user costs (they include vehicle operating cost for fuel consumption, vehicle maintenance and depreciation, traffic delay cost, accident cost, discomfort cost, and delay cost due to maintenance works and (3) environmental impact costs due to traffic pollution and noise. The above cost components are considered with regard to the existing pavement condition levels which are represented by the PSI index. Pavement condition deterioration is assessed through deterministic models that have been developed earlier by our team based on expert opinions and fuzzy systems considering pavement related and traffic parameters, i.e., pavement age, pavement strength, pavement construction quality and traffic loads. The maintenance and rehabilitation treatments are considered with regard to their cost and effectiveness characteristics. Besides the pavement condition deterioration functions, other constraints of the model include budgetary availability (total and individually for different highway groups), threshold values for the minimum accepted pavement condition levels (by highway class), desirable pavement condition levels (by highway class), maintenance and rehabilitation treatment applicability and effectiveness, etc. Due to the size and complexity of the problem (non linear functions), a genetic algorithm has been used as an optimization tool. The algorithm forms solutions by considering applicable maintenance treatments at each pavement section and year within the analysis period. Each solution is checked against all constraints to ensure the feasibility of the solution. No feasible solutions are discarded and new solutions are generated until the required offspring solutions are obtained. The optimization runs over several road sections with different traffic and pavement condition characteristics and within a time span of 10 years. The budgetary or the minimum accepted pavement condition constraints can be altered in order to get a Pareto-front set of optimal solutions for a particular application. Preliminary evaluation indicates that the model provides reasonable results in terms of the appropriate selection of maintenance and rehabilitation treatments and the time of application.
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
7

Κωλέτσης, Ευστράτιος Ν. "Mελέτη συντήρησης πνευμονικού μοσχεύματος χοίρου σε μοντέλο αυτομεταμόσχευσης πνεύμονα με τη χορήγηση επιφανειακού δραστικού παράγοντα." 2003. http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/332.

Full text
Abstract:
Η µεταµόσχευση πνεύµονα είναι µια αποδεκτή θεραπευτική λύση για τους ασθενείς µε πνευµονική νόσο τελικού σταδίου. Η πρώιµη δυσλειτουργία του µοσχεύµατος παραµένει µία από της κύριες αιτίες πρώιµης θνητότητας και νοσηρότητας. Το σύνδροµο ισχαιµίας – επαναιµάτωσης είναι ο υπεύθυνος κύριος παθογενετικός µηχανισµός. Η ακριβής αιτιοπαθολογία του συνδρόµου ισχαιµίας – επαναιµάτωσης δεν έχει πλήρως ερευνηθεί. Η πειραµατικές µεταµοσχεύσεις ως τώρα δεν µπόρεσαν να αποµονώσουν την κλινική εικόνα της βλάβης ισχαιµίας – επαναιµάτωσης, όπως είναι η υποξία, η σοβαρή βλάβη της ενδοθηλιακής διαπερατότητας και το γενικευµένο κυψελιδικό οίδηµα. Η ερευνητική µας οµάδα όπως και πολλές άλλες διεθνώς, χρησιµοποίησε ως τώρα το µοντέλο µεταµόσχευσης ενός πνεύµονα από το ένα ζώο σε άλλο. Ο πρώτος στόχος µας ήταν να δηµιουργήσουµε ένα σταθερό και επαναλήψιµο πειραµατικό πρωτόκολλο που θα µπορούσε να αναπαράγει τις τοπικές και συστηµατικές εκδηλώσεις του συνδρόµου ισχαιµίας- επαναιµάτωσης χωρίς όµως τη συµµετοχή της παθολογίας της απόρριψης, διατηρώντας παράλληλα τους λιγότερους χειρουργικούς χειρισµούς στο µόσχευµα. Είναι γνωστό ότι κατά τις πνευµονικές µεταµοσχεύσεις σε πειραµατικά µοντέλα εµφανίζονται αλλαγές στη σύνθεση και λειτουργικότητα του επιφανειοδραστικού παράγοντα και επιπλέον εξαγγείωση πρωτεϊνών του πλάσµατος στην κυψελίδα µε αποτέλεσµα την επιπρόσθετη επιβάρυνση της λειτουργίας του επιφανειοδραστικού παράγοντα. Οι αλλαγές στον επιφανειοδραστικό παράγοντα κατά τις πνευµονικές µεταµοσχεύσεις έχει προταθεί ότι συµµετέχουν σηµαντικά στην παθοφυσιολογία των βλαβών που σχετίζονται µε τη µεταµόσχευση. Έτσι µπορούµε να υποθέσουµε ότι διαδικασίες που θα µπορούσαν να σταθεροποιήσουν το σύστηµα του επιφανειοδραστικού παράγοντα θα οδηγούσαν πιθανότερα σε βελτίωση της λειτουργίας του µοσχεύµατος. Έχει αποδειχτεί ότι ο εξωγενώς χορηγούµενος επιφανειοδραστικός παράγοντας µιµείται τις επιφανειοδραστικές ιδιότητες του ενδογενούς. Ο δεύτερος στόχος της µελέτης µας ήταν να εξετάσουµε αν η εξωγενής χορήγηση επιφανειοδραστικού παράγοντα θα βελτίωνε τις ιδιότητες 103 του µοσχεύµατος αλλά και ποια επίδραση θα είχε η µη χορήγηση ενός ανοσοδιεγερτικού παράγοντα του επιφανειοδραστικού παράγοντα όπως είναι το SP-A επί του συνδρόµου ισχαιµίας επαναιµάτωσης. Χρησιµοποιήσαµε 14 νεαρούς χοίρους µέσου βάρους 27(±3,5) Kg εφαρµόζοντας ένα µοντέλο αυτοµεταµόσχευσης πνεύµονα in situ. Ο πνεύµονας παρασκευάστηκε και εκπλύθηκε µέσω της πνευµονικής αρτηρίας ορθόδροµα χρησιµοποιώντας διάλυµα U Wisconsin. Οι πνευµονικές φλέβες αποκλείστηκαν µετά τη συµβολή τους επί του αριστερού κόλπου και το υγρό συντήρησης παροχετεύτηκε από αντιστόµειο στον αριστερό κόλπο. Το µόσχευµα παρέµεινε σε θερµοκρασία 4-8 0C για διάστηµα 3 ωρών, διατηρώντας την κεντρική θερµοκρασία ανάµεσα 37 και 38.50 C. Ακολούθησε επαναιµάτωση του µοσχεύµατος. Στην οµάδα ελέγχου (Β) χορηγήθηκε ελεύθερος SP-A επιφανειοδραστικός παράγοντας 1.5 ml/Kg µέσω βρογχοσκοπίου, πριν τη θωρακοτοµή. Τα πειραµατόζωα θυσιάστηκαν 3 ώρες µετά την επαναιµάτωση. Μετά από 3 ώρες από την επαναιµάτωση, (οµάδα Α vs. Β) η PVRI ήταν 447.80 dyne.sec-1cm-5m-2 (±66.8) vs. 249.51(p<.001) ενώ το NO(*p<0.05,**p<0.001), η EPO και η πνευµονική ευενδοτότητα (**p<0.002) διατηρήθηκαν στατιστικά σηµαντικά. Η µέση κυψελιδική επιφάνεια ήταν 5280.84 (4991.1) µm2 vs. 3997,89 (3284.70) µm2(p<0.005). Η ιστολογική µελέτη έδειξε µικρότερη διήθηση µικροφάγων και λεµφοκυττάρων στην οµάδα χορήγησης επιφανειοδραστικού παράγοντα στο τέλος της επαναιµάτωσης. Συµπεράσµατα Το νέο αυτό µοντέλο ετερόπλευρης µεταµόσχευσης πνεύµονα αποδείχθηκε αξιόπιστο και αναπαρήγαγε όλη την παθολογία του συνδρόµου ισχαιµίας επαναιµάτωσης, χωρίς την επίδραση των µηχανισµών απόρριψης. Επιπλέον αποδείχτηκε ότι η προθεραπεία του µοσχεύµατος µε εξωγενή επιφανειοδραστικό παράγοντα µειώνει τη βλάβη ισχαιµίας-επαναιµάτωσης διατηρώντας όχι µόνο την πνευµονική ευενδοτότητα αλλά και το δείκτη πνευµονικών αντιστάσεων. Επιπλέον οι συγκεντρώσεις του NO και η 104 105 δραστηριότητα του EPO διατηρήθηκαν καλύτερα, ενώ και η µορφολογία της κυψελίδας φαίνεται να διατηρείται σηµαντικά καλύτερα.
Lung transplantation is a well accepted treatment for patients with end stage pulmonary disease. Early graft dysfunction remains one of the major causes of early morbidity and mortality, with reperfusion injury (RI) being the most responsible mechanism. The exact pathophysiology of RI in lung transplantation has not been fully evaluated and understood. Experimental transplantation after cold storage has been so far unable to duplicate the complete clinical picture of RI, such as, hypoxia, severe impairment of endothelial permeability, and frank alveolar oedema. We, among others, in our previous experimental work with pigs, had being using a single lung transplantation model. Our first aim has been to create a steady and reproducible experimental protocol that could demonstrate several parameters associated with the mechanisms of reperfusion injury, including impaired gas exchange, elevated pulmonary vascular resistant, local and systemic aspects of the reperfusion syndrome, but without the interference of the pathology concerning acute graft rejection, and with the minimal possible surgical manipulation of the graft. Animal studies have shown that lung transplantation is followed by changes to both synthesis and activity of surfactant. Surfactant alterations have been suggested to contribute significantly to the pathophysiology of transplantation-associated lung injuries. Therefore, procedures that stabilize the pulmonary surfactant system may prove to be crucial for optimal lung preservation. It has been demonstrated that exogenous surfactant mimics the surface-tension-lowering properties of natural lung surfactant. The second purpose of our study was to evaluate whether differences exist in lung preservation after pre-treatment (prior to graft retrieval) of donor lung with surfactant. We postulated that surfactant would lead to an enhanced preservation of the organ. Therefore, we used Surfactant, Beractant which is a natural bovine lung extract containing phospholipids, neutral lipids, fatty acids, and surfactantassociated proteins SP-B and SP-C to which colfosceril palmitate, palmitic acid, and tripalmiting are added in order to standardise the suspension. It should be noted that it does not contain SP-A. Furthermore, we assessed the effect of surfactant pretreatment to lung haemodynamics, respiratory parameters, serum and BALF nitric oxide and EPO levels and the microscopic morphology of the alveolar. Methods: Fourteen young female white pigs, mean weight 27(±3.5) Kg were used in a newly developed autotransplantation model with in-situ cold ischemia. The hilum was dissected free and the pericardium opened. University of Wisconsin solution was used for lung preservation flushed in an antegrade fashion through the left pulmonary artery. Pulmonary veins were clamped proximal to their origin at the left atrium and vent was created just distally to the clamp. The left main bronchus was clamped with the lung left semi-inflated. Interlobar fissure tissue temperature was monitored and maintained at 4-8 0C, while core temperature was kept between 37 and 38.50 C. After 3 hours of cold ischaemia clamps were removed and the lung was reperfused. In the study group (B, n=6) free-SP-A surfactant 1.5 ml/Kg, was administrated into the left main bronchus via flexible bronchoscopy, prior to thoracotomy. Animals were sacrificed after 3 hours of graft reperfusion. Results: At the end of reperfusion, (Control vs. study group) PVRI was 447.80 dyn.sec-1cm-5m-2 (±66.8) vs. 249.51(p<.001) and lung compliance was 14.83 ml/cm H2O (SD 1.78) vs. 18.91 (SD 0.73) (**p<0.002) were adequately preserved. Serum eosinophil peroxidase (EPO) activity persentence change was 18.6 +/- 5.6 vs. 116+/-52 p=0.001. In contrast, EPO activity in BALF was 180 +/- 21 vs 73+/-8, p=0.01. Finally, NO concentration in BALF was 0.75 μM =+/- 0. 06 vs. 0.91 +/- 0.15 p< 0,05 and serum NO were adequately preserved (*p<0.05,**p<0.001). The mean alveoli surface area estimated by computerized morphometry were 5280.84 (4991.1) μm2 vs. 3997,89 (3284.70) μm2(p<0.005). Histology revealed less macrophage and lymphocyte accumulation in the study group at the end of reperfusion. Conclusions: This new model of unilateral lung auto transplantation with a cold storage of the graft, proved to be very reliable in reproducing all aspects of ischemia/reperfusion injury, and we, therefore, propose its use in experimental studies dealing with this yet to be fully clarified clinical entity. Moreover it has demonstrated that pre-treatment of the donor lung with a surfactant agent reduced the ischemia and reperfusion injury by means of maintaining lung compliance and resulting in less respiratory and haemodynamic disturbances. Also, alveoli surface area, alveoli morphology, EPO and NO concentration were better preserved. These data supports the hypothesis that donor lung pretreatment with surfuctant has a beneficial effect on graft properties. Further studies are required before discussing potential benefits in clinical practice.
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
8

Γεωργούλη, Αναστασία. "Μοντέλο εισαγωγής ασύρματης ευρυζωνικής πρόσβασης σε υπάρχοντα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα." Thesis, 2009. http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/2087.

Full text
Abstract:
Επιδίωξη της εργασίας είναι να ανακαλύψουμε κατά πόσο τα αναδυόμενα δίκτυα FWA τεχνολογίας που βασίζονται σε πρότυπα (standards-based) αυξάνουν τις ευκαιρίες ή αντίθετα τις απειλές στην ευρυζωνική επιχειρηματικότητα των παρόχων. Στην εργασία, τίθενται υπό σύγκριση οι δομές κόστους (cost structures) των δικτύων τεχνολογίας FWA και των δικτύων DSL τεχνολογίας. Επίσης, αναγνωρίζονται οι συνθήκες της αγοράς (market conditions) υπό τις οποίες η τεχνολογία FWA θα μπορούσε να γίνει μια πιο οικονομική και οικονομικά αποδοτική (cost-effective) επιλογή. Στο Κεφάλαιο 2 γίνεται μία γενική επισκόπηση των ευρυζωνικών δικτύων και υπηρεσιών, τίθενται υπό συζήτηση τα δίκτυα πρόσβασης και τονίζεται ο ρόλος του ρυθμιστή (regulator) και ο διαχωρισμός ανάμεσα στις επιχειρήσεις εκμετάλλευσης δικτύου και σε αυτές της εκμετάλλευσης της υπηρεσίας. Στο Κεφάλαιο 3, διατυπώνονται οι αρχιτεκτονικές των δικτύων της FWA τεχνολογίας, καθώς επίσης θέματα σχετικά με την τεχνολογία ραδιοεπικοινωνιών. Στο Κεφάλαιο 4, γίνεται εισαγωγή στις γενικές αρχές και μεθόδους για τη διαστασιοποίηση και το σχεδιασμό του δικτύου τεχνολογίας FWA. Επιπλέον, γίνεται εισαγωγή σε κατάλληλα μοντέλα που είναι απαραίττητα προκειμένου να προβλέψουμε με αξιοπιστία τον απαιτούμενο αριθμό των μερών εξοπλισμού δικτύωσης της FWA τεχνολογίας για συγκεκριμένες περιοχές εξυπηρέτησης. Στο Κεφάλαιο 5, γίνεται εισαγωγή σε μεθόδους και μοντέλα για οικονομικές αναλύσεις των ευρυζωνικών δικτύων πρόσβασης. Τελικά, στο Κεφάλαιο 6, γίνεται εφαρμογή των πληροφοριών και των μεθόδων των προηγούμενων κεφαλαίων για να ανακαλύψουμε την οικονομική δυνατότητα επίτευξης (economic feasibility) της ανάπτυξης του δικτύου FWA τεχνολογίας σε διαφορετικά είδη περιβαλλόντων. Οι αναλύσεις εκτελούνται για τρία διαφορετικά περιβαλλοντικά σενάρια, τόσο για την FWA τεχνολογία όσο και για τα ADSL δίκτυα. Στο Κεφάλαιο 7, δίνονται τα συμπεράσματα, οι συστάσεις, και οι εισηγήσεις για περαιτέρω μελέτη.
-
APA, Harvard, Vancouver, ISO, and other styles
We offer discounts on all premium plans for authors whose works are included in thematic literature selections. Contact us to get a unique promo code!

To the bibliography